Google
News In Greek: 23 Νοε 2007

Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2007

Ομιλία του Διευθύνοντος Συμβούλου του Ομίλου Marfin, κ. Ανδρέα Βγενόπουλου


“Η δυναμική της οικονομίας του τόπου μας: Κοινή Ευθύνη”
στις 15/11/2007


Aποδέχτηκα την πρόσκληση των PricewaterhouseCoopers και της Marfin Laiki που είναι οι συνδιοργανωτές της σημερινής εκδήλωσης για να μιλήσω για ένα σημαντικό θέμα, που αφορά όλους μας. Ένα θέμα που είναι ευθύνη όχι μόνο του Κράτους και των Αρχών αλλά και του επιχειρηματικού κόσμου και των κοινωνικών εταίρων.
Η Κυπριακή οικονομία σήμερα, παρά τις υφιστάμενες δομές δραστηριοτήτων, διαδικασιών και νοοτροπίας, λειτουργεί ήδη σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Έτσι για να διατηρήσει και να μεγενθύνει την ανταγωνιστικότητα της είναι πλέον αναγκασμένη να προσαρμοσθεί στις αλλαγές που συντελούνται με ταχύτατους ρυθμούς. Αυτή η προσαρμογή πρέπει να γίνει συστηματικά και κυρίως με συγκεκριμένη στόχευση για να αποφευχθεί το παράδοξο ρητό «όταν δεν ξέρεις που πας όλοι οι δρόμοι οδηγούν εκεί».
Το κυρίαρχο ερώτημα που αναδύεται είναι ποια θέση οραματιζόμαστε για την Κυπριακή οικονομία και ποιος πρέπει να είναι ο ρόλος της στο περιφερειακό οικονομικό γίγνεσθαι και στην περιφερειακή κατανομή δραστηριοτήτων και εργασίας. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα πρέπει να είναι πρακτική, χωρίς ιδεολογικές ή γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και κυρίως, να προκύψει από ευρύτατη συναίνεση των φορέων και της κοινωνίας.
Η εμπλοκή μου τα τελευταία δύο χρόνια στην Marfin Laiki και μέσω αυτής στην Κυπριακή οικονομία και κοινωνία, μου έδωσαν την ευκαιρία να διαμορφώσω συγκεκριμένες απόψεις και ιδέες για την πιθανή μελλοντική της πορεία. Δεν ισχυρίζομαι βέβαια ότι οι απόψεις μου είναι απαραίτητα και ορθές, όμως τις καταθέτω σαν συνεισφορά στον προβληματισμό άλλων φορέων που γνωρίζουν περισσότερα από εμένα και έχουν και την ευθύνη των τελικών αποφάσεων.
Πιστεύω λοιπόν, κατ΄αρχήν, ότι η εποχή όπου η Κυπριακή οικονομία ήταν απομονωμένη και μπορούσε να επιβάλει περιοριστικές πολιτικές σε διάφορους τομείς έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Σήμερα, αυτή ως μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ενσωματωμένη στην ενιαία αγορά η οποία λειτουργεί σε ένα νέο περιβάλλον. Κύρια χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος αυτού είναι ο έντονος και ελεύθερος ανταγωνισμός, οι συνεχείς αλλαγές και η αλληλοεξάρτηση των αγορών. Η πρόσφατη κρίση στην πιστωτική αγορά στις Ηνωμένες Πολιτείες ως αποτέλεσμα των προβλημάτων που παρουσίασαν τα ενυπόθηκα δάνεια χαμηλής εξασφάλισης και η «εξαγωγή» αυτών των προβλημάτων στην παγκόσμια οικονομία, αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα της παγκοσμιοποίησης των αγορών.
1
Μέσα στο σημερινό ανταγωνιστικό και παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον η αύξηση των μεγεθών των επιχειρήσεων μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών σε εθνικό και διασυνοριακό επίπεδο και η σύναψη στρατηγικών συμμαχιών αποκτούν αυξημένη σημασία. Η συγκέντρωση ή/και ο συνδυασμός κεφαλαίων, ο έλεγχος του κόστους κυρίως μέσω της αύξησης της παραγωγικότητας, και η μεταφορά και επέκταση τεχνολογίας και τεχνογνωσίας είναι πλέον τα προαπαιτούμενα μιας βιώσιμης αλλά και επεκτατικής ανάπτυξης.
Με την ανάπτυξη της Κίνας, της Ινδίας, της Αφρικής και άλλων αναδυόμενων αγορών το κέντρο βάρος της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας μετατοπίζεται. Επίσης η συγκέντρωση τεράστιων κεφαλαίων σε Venture Capital Funds και σε Sovereign Funds αλλάζουν την δομή της επιχειρηματικής δραστηριότητας σε όλο τον πλανήτη. Η προσέλκυση των κεφαλαίων αυτών σε επίπεδο εθνικών οικονομιών είναι καθοριστική για την ανταγωνιστικότητά τους στο διεθνοποιημένο περιβάλλον και τα κριτήρια της προσέλκυσης δεν είναι μόνον οικονομικά αλλά και πολιτικά και κοινωνικά. Τα περισσότερα κράτη του κόσμου δεν έχουν ούτε κανόνες, ούτε πολιτική για να αντιμετωπίσουν αυτό το φαινόμενο και εδώ δημιουργείται μία τεράστια ευκαιρία για τους οραματιστές και τους πρωτοπόρους.
Επίσης, ιδιαίτερη σημασία για το μέλλον της Κυπριακής οικονομίας και της αναπτυξιακής της στρατηγικής έχουν οι εξελίξεις και οι προοπτικές στις χώρες της Νοτιοανατολικής και Ανατολικής Ευρώπης καθώς και στις χώρες της Μέσης Ανατολής. Με αυτές η Κύπρος έχει προνομιακές σχέσεις. Ακόμη, οι χώρες αυτές έχουν μπει σε μια φάση ταχύρυθμης ανάπτυξης, η οποία δημιουργεί ευκαιρίες επιτυχούς επιχειρηματικής δραστηριότητας σε πολλούς τομείς που προσφέρουν προοπτικές υψηλής κερδοφορίας και χαρακτηρίζονται από χαμηλό επιχειρηματικό κίνδυνο. Αυτό είναι το βασικό συμπέρασμα των μελετών που έχουμε ετοιμάσει ως Marfin Laiki, ενόψει του δικού μας στρατηγικού σχεδιασμού για δραστηριοποίηση σε χώρες της Νοτιοανατολικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Σημειώνεται ότι πολλές από αυτές τις χώρες είναι πλούσιες σε πρώτες ύλες, είναι ήδη αποδέκτες σημαντικών ξένων κεφαλαίων και χαρακτηρίζονται από γρήγορη ανάπτυξη και αυξανόμενο βιοτικό επίπεδο. Η πραγματικότητα αυτή αποτελεί σημαντική ευκαιρία για την Κυπριακή οικονομία. Η εξωστρέφεια για τις Κυπριακές επιχειρήσεις είναι κομβική γιατί μόνον με αυτή μπορεί να ξεπεράσει τους περιορισμούς μιας μικρής αγοράς. Η ανάπτυξη ισχυρών Ομίλων με σημαντική περιφερειακή δραστηριότητα είναι συνυφασμένη με την ελεγχόμενη ανάπτυξη της Εθνικής Οικονομίας και το αντίδοτο της τάσης να καταστεί η Κύπρος μια μικρή γειτονιά της Ευρώπης με μικρή καταναλωτική δύναμη και ασήμαντη επιχειρηματική δραστηριότητα. Ένα μικρό δείγμα από τα σενάρια τρόμου για το μέλλον το ζήσαμε στην πρώτη διασυνοριακή συνεργασία με την κοινή πλατφόρμα του ΧΑΚ με το ΧΑ. Η ανάπτυξη όμως των ισχυρών Ομίλων που προανέφερα μπορεί να γίνει μόνο με την προσέλκυση διεθνών κεφαλαίων, κεφαλαίων που δεν υπάρχουν ούτε στην Ελλάδα ούτε στην Κύπρο.
2
Για να συμβεί αυτό πρέπει, μεταξύ άλλων, να γίνει κατανοητό ότι η εθνικότητα των επιχειρήσεων καθορίζεται περισσότερο από την έδρα τους και την χώρα που φορολογούνται και λιγότερο από τις εθνότητες της μετοχικής τους βάσης. Με το δεύτερο αυτό κριτήριο η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος δεν είναι Ελληνική, η CITI δεν είναι Αμερικάνικη, η HSBC δεν είναι Αγγλική και η Deutsche δεν είναι Γερμανική τράπεζα. Το να λέγεται λοιπόν τον Νοέμβριο του 2007 π.χ. ότι προτιμούμε οι Κυπριακές Τράπεζες ή οι Κυπριακές επιχειρήσεις να μείνουν σε Κυπρίους μετόχους καταδικάζοντάς τις έτσι σε μειωμένη ανάπτυξη και ανταγωνιστικότητα είναι ένας λαϊκισμός επικίνδυνος για την Κυπριακή Οικονομία.
Η Κυπριακή οικονομία τα τελευταία χρόνια έχει βελτιώσει σε σημαντικό βαθμό το επίπεδο σταθερότητάς της στο πλαίσιο της προσπάθειας για ένταξη στη ζώνη του ευρώ, γεγονός που προσδίδει αυξημένη εμπιστοσύνη για το μέλλον της ενώ ταυτόχρονα αποτελεί σταθερό υπόβαθρο για εντατικοποίηση της αναπτυξιακής προσπάθειας.
Θετικοί παράγοντες στην περαιτέρω αναπτυξιακή πορεία της Κύπρου που πρέπει να αξιοποιηθούν, είναι μεταξύ άλλων: το υψηλό μορφωτικό επίπεδο των εργαζομένων, η στρατηγική θέση της Κύπρου και το ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς.
Σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του World Economic Forum για τη διεθνή ανταγωνιστικότητα, το χαμηλό τεχνολογικό επίπεδο και η υστέρηση σε θέματα καινοτομίας από πλευράς προϊόντων και διαδικασιών, αποτελούν ορισμένες από τις κύριες προκλήσεις της Κυπριακής οικονομίας.
Όπως είναι γνωστό, το κατά κεφαλήν εισόδημα της Κύπρου σε μονάδες αγοραστικής δύναμης το 2006 αντιστοιχούσε με το 94% του μέσου όρου της ΕΕ των 27 κρατών-μελών. Η Κύπρος είχε υψηλότερο βιοτικό επίπεδο σε σχέση με την Ελλάδα, την Πορτογαλία και τα νέα κράτη-μέλη της ΕΕ. Στόχος σε πολιτικό και επιχειρηματικό επίπεδο, πρέπει να είναι η συνεχής βελτίωση του βιοτικού επιπέδου. Η περίπτωση της Ιρλανδίας αποτελεί πρότυπο που δείχνει τον δρόμο.
Θα πρέπει να υπογραμμίσουμε, όμως, ότι για να φθάσουμε το μέσο κοινοτικό βιοτικό επίπεδο χρειαζόμαστε μια αναθεώρηση του μοντέλου ανάπτυξης που ακολουθήθηκε στην Κύπρο μετά την εισβολή του 1974. Μέσα στα νέα δεδομένα, η περαιτέρω ανάπτυξη της Κυπριακής οικονομίας αναγκαστικά θα στηριχθεί στην προσφορά υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας, στην οργανωτική και τεχνολογική ανασυγκρότηση των παραγωγικών μονάδων και στην παραγωγή προϊόντων αλλά κυρίως και υπηρεσιών υψηλού επιπέδου και ποιότητας με ανταγωνιστική τιμολόγηση.
3
Ένα κρίσιμο ερώτημα που τίθεται είναι από ποιους τομείς της οικονομίας θα προέλθει η ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια. Για να απαντηθεί το ερώτημα αυτό πρέπει να λάβουμε υπόψη ορισμένα βασικά δεδομένα, όπως είναι το μικρό μέγεθος της οικονομίας, η φθίνουσα τάση των τομέων της γεωργίας και της μεταποίησης και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που διαθέτει η Κυπριακή οικονομία. Τέτοια είναι η πλεονεκτική γεωγραφική της θέση και η φυσική της ομορφιά, η επιχειρηματικότητα των ανθρώπων της, το ψηλό μορφωτικό τους επίπεδο και το δημιουργικά ευέλικτο φορολογικό σύστημα. Με βάση αυτά τα δεδομένα, πιστεύουμε ότι ο ευρύτερος τομέας των υπηρεσιών έχει τις μεγαλύτερες προοπτικές ανάπτυξης στο μέλλον, απευθυνόμενος κυρίως στις αγορές της Μέσης Ανατολής, της Νοτιανατολικής Ευρώπης και της Ευρώπης γενικότερα. Μεταξύ των υπηρεσιών αυτών είναι οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες ευρέως φάσματος, οι υπηρεσίες της υγείας και παιδείας και ο τουρισμός. Πιστεύουμε ότι η Κύπρος έχει όλα τα εχέγγυα να καταστεί ένα διεθνές και αξιόπιστο χρηματοοικονομικό κέντρο κύρους, χώρα αναφοράς σε θέματα υγείας και παιδείας και τουριστικός προορισμός υψηλού επιπέδου.
Πέραν από την έγκαιρη στοχοθέτηση, θεωρούμε ότι απαραίτητες προϋποθέσεις για την αξιοποίηση των ευκαιριών που υπάρχουν, μεταξύ άλλων, είναι η διαμόρφωση ενός αποτελεσματικού, σωστού και σύγχρονου θεσμικού πλαισίου, η ανάπτυξη δεξιοτήτων υψηλού επιπέδου, η σύναψη συμμαχιών με εταιρείες ή οργανισμούς στο εξωτερικό και η ανάπτυξη μιας συμπεριφοράς που να προσανατολίζεται στις αγορές. Η δημιουργία μιας ενιαίας ρυθμιστικής και εποπτικής αρχής για όλο το φάσμα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, η ρύθμιση του φορολογικού καθεστώτος των αμοιβαίων κεφαλαίων, η εισαγωγή σύγχρονης νομοθεσίας για τις χρηματοδοτικές μισθώσεις και ο εκσυγχρονισμός των διαδικασιών εγγραφής εταιρειών, όλα αυτά αποτελούν μέτρα που θα συμβάλουν στην υλοποίηση του οράματος για μετατροπή της Κύπρου σε περιφερειακό χρηματοοικονομικό κέντρο κύρους. Για να γίνει όμως αυτό χρειάζεται όραμα και στρατηγική τα οποία θα πρέπει να καλλιεργηθούν στην κοινωνική και επιχειρηματική κουλτούρα του τόπου.
Είναι αναγκαίο λοιπόν να υπάρξει αλλαγή κουλτούρας όσον αφορά την ταχύτητα λήψης αποφάσεων, το περιορισμό της γραφειοκρατίας, την υιοθέτηση σύγχρονων θεσμών για στήριξη της επιχειρηματικότητας. Μεταξύ άλλων, τα φαινόμενα της πολυθεσίας και του διορισμού σε καίριες εποπτικές θέσεις του κρατικού μηχανισμού ανθρώπων με παρελθόν που συμβιβάζει την αντικειμενικότητα τους, είναι παραδείγματα προς αποφυγή.
Θα ήθελα να κάνω ειδική αναφορά για τον τουρισμό, διότι πιστεύω ότι ο τομέας αυτός θα συνεχίσει να αποτελεί κυρίαρχη οικονομική δραστηριότητα. Άλλωστε σε αυτόν είναι επενδυμένα μεγάλα κεφάλαια, η Κύπρος έχει φυσικές ομορφιές, και το τουριστικό ρεύμα από τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και όχι μόνο αναμένεται να παρουσιάσει αύξηση τα επόμενα χρόνια. Ο τουριστικός τομέας χρειάζεται επειγόντως αναζωογόνηση, ιδιαίτερα στην ποιότητα του τουριστικού προϊόντος στην αναβάθμιση του περιβάλλοντος και την επάρκεια
4
των υποδομών. Όραμά μας πρέπει να είναι η δυναμική επανατοποθέτηση της Κύπρου στον τουριστικό χάρτη. Το μοντέλο «φυσική ομορφιά, θάλασσα, ωραίο φαγητό» δεν λειτουργεί πια, και όπου λειτουργεί προσελκύει μόνο τουρισμό χαμηλού επιπέδου και εσόδων.
Η Κυπριακή οικονομία από το 1960 και μετά πέρασε από διάφορες φάσεις με κύριο χαρακτηριστικό την ταχύρυθμη ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της. Κατά τη διάρκεια της προενταξιακής περιόδου έχουν απελευθερωθεί οι κύριες αγορές, μεταξύ των οποίων, είναι η αγορά αγαθών και υπηρεσιών, η χρηματοοικονομική αγορά και η αγορά ξένου συναλλάγματος. Στην αγορά εργασίας φαίνεται ότι οι αλλαγές γίνονται με πιο αργό ρυθμό από τον επιθυμητό ή επιβαλλόμενο, με αποτέλεσμα σήμερα η αγορά αυτή να χαρακτηρίζεται από χαμηλότερη ευελιξία, λειτουργικότητα και υστέρηση σε θέματα εφαρμογής σύγχρονων μεθόδων διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού και παροχής κινήτρων.
Είναι ενδιαφέρον να αναφερθεί ότι σύμφωνα με την τελευταία έκθεση για τη διεθνή ανταγωνιστικότητα του World Economic Forum, η περιοριστική εργατική νομοθεσία και πρακτικές στην Κύπρο αποτελούν το δεύτερο προβληματικό παράγοντα για την επιχειρηματικότητα, μετά την κυβερνητική γραφειοκρατία. Ένα άλλο σημαντικό συμπέρασμα που προκύπτει από την Έκθεση αυτή είναι ότι τα περισσότερα προβλήματα της Κυπριακής οικονομίας εντοπίζονται κυρίως στο μικροοικονομικό επίπεδο και όχι στο μακροοικονομικό περιβάλλον και σχετίζονται κυρίως με τη χρήση της τεχνολογίας, την καινοτομία και την εσωτερική διαχείριση των επιχειρήσεων. Έχοντας υπόψη τις διαπιστώσεις αυτές, εκτιμούμε ότι η εισαγωγή σε ευρύτερη βάση σχεδίων ανταμοιβής και παροχής κινήτρων στο προσωπικό μπορεί να συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στην αύξηση της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας των κυπριακών επιχειρήσεων.
Εμείς πιστεύουμε ότι η στρατηγική της Marfin Laiki είναι ευθυγραμμισμένη με την μελλοντική αναπτυξιακή πορεία της Κυπριακής οικονομίας, όπως εμείς την αντιλαμβανόμαστε. Εάν βέβαια υιοθετηθεί ένα διαφορετικό μοντέλο ανάπτυξης θα πρέπει να αναθεωρήσουμε την στρατηγική μας στα πλαίσια των επιλογών που διαθέτουμε.
Η Μarfin Laiki και εγώ προσωπικά έχουμε εμπιστοσύνη στο μέλλον της κυπριακής οικονομίας και τις προοπτικές της για περαιτέρω ανάπτυξη και είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, τον κρατικό τομέα, τις επιχειρήσεις και τους άλλους κοινωνικούς φορείς με ανοικτό πνεύμα για να επιτύχουμε, όχι μόνο πρόσθετη αξία για τους μετόχους και τους εργαζομένους μας, αλλά και αυτό που λέγεται δυναμική ανάπτυξη και εκσυγχρονισμός της οικονομίας του τόπου.
5
Είμαι βέβαιος ότι, με αίσθημα ευθύνης για το μέλλον της Κυπριακής οικονομίας, με όραμα για σταθερή άνοδο του βιοτικού επιπέδου του Κυπριακού λαού, με δυναμισμό, ευελιξία, συνεργασία και συναίνεση όλων των αρμοδίων φορέων μπορούμε εάν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε με επιτυχία τους στόχους μας και να καταστήσουμε την Κύπρο πρωταγωνίστρια στο νέο παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον.
6

Η ισορροπία της φύσης

Η ισορροπία της φύσης